Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2009

ΚΗΡΟΠΗΓΙΟ ΦΟΝΙΑΣ

Είναι Σάββατο απόγευμα. Η Τζέσι κατευθυνεται με τον παλιό σκαραβαίο της προς το μικρό αλλά τόσο χαριτωμένο διαμέρισμά της. Είχε πάει να επισκεφθεί την κουτσή μητέρα και τον αλκοολικό πατέρα της στο πατρικό της , σε μια αγροικία λίγα χιλίόμετρα έξω από τον Πύργο. Η διαδρομη ήταν χάρμα. Στο ραδιόφωνο ο Τέρης Χρυσός γαλήνευε τις ψυχές και ένα σέρτικο Ξάνθης στα κερασένια χίλια της έκαναν το ταξίδι μια πανδαισία ονείρου. Ξαφνικά στη διασταύρωση για Κορτσαούσι, μετα τα κτήματα του Παναγη του Ζαλαμπούτη, ένα καλογυαλισμένο NISSAN ξεφεύγει από την πορεία του και πέφτει επάνω της. Σαν από εφιάλτη άρχισε να ψαχουλεύει τα μπούτια και τα χέρια της. Δόξα να' χει ο Πανάγαθος δεν σακατεύτηκε. Κατεβαίνει αλαφιασμένη και βλέπει τον απρόσεχτο οδηγό να την κοιτάει με λαγνεία. Ήταν ένας ψηλός, γεροδεμένος άνδρας γύρω στα σαράντα, με γκρίζους κροτάφους, θεληματικό πηγούνι και ίσια- αλφάδι- μύτη. Το πανάκριβο σατεν όλο λαχούρι - στο πρασινο της κάμπιας- πουκάμισο διέγραφε τους μυώνες του κορμιού του, ενώ το ριγέ λινό πανταλόνι του διέγραφε δύο δυνατά πόδια και΄έναν ανδρισμό...πολλα υποσχόμενο. "Είσαι καλά κοπελιά" είπε εκείνος με μια βελούδινη και συνάμα τραχιά φωνή. Σαν να χάθηκε η γή κάτω από τα πόδια της, λιποθύμησε. Εκείνος στιβαρός και ..αίλουρος ίσα που πρόλαβε να την πιάσει. Ξύπνησε σε ένα δωμάτιο λουσμένο από φως, διακοσμημένο με λεπτότητα και.. αφίσσες από το ΘΩΠΕΥΣΕΜΕ. Που βρίσκόταν. Ο ..απρόσεχτος οδηγός την είχε οδηγήσει σπίτι του. Σε μια έπαυλη 350τμ στο μέσο ενός κήπου γεμάτο κουτσουπιές και συκιές. Πως νιώθεις τη ρώτησε, χαϊδεύοντας με το βλέμμα του το τρομαγμένο πρόσωπό της. "Πρέπει να φύγω, είμαι μια χαρά" είπε η Τζέσι αμήχανα, βολεύοντας το στρινγκ που την έκοβε στον καβάλο. "Το...αυτοκίνητό μου?" Τόλμησε να ψελίσει. "Μην σε κόφτει" είπε εκείνος με την βαθια φωνή του, "το έδωσα για παλισίδερα στον Μηνα τον Βακαρο από το Μιντιλόγλι!" Η κοπέλα ησύχασε. Έφτιαξε όπως, όπως τον χείμμαρο από ξανθομαυρα μαλλια που στόλιζαν το πλακουτσό κεφάλι της, ρουφηξε τη μύτη της -αυτη η ρινίτιδα την είχε διαλύσει- και πήγε προς την έξοδο. "Σου χρωστάω κάτι" είπε εκείνος διαβάζοντας το πρόσωπό της. "Τι" είπε εκείνη ξέπνοα. "Ένα γεύμα. Απόψε του βράδυ στου ΚΙΤΣΑΡΑ, θα περάσω να σε πάρω στις 7". Η Τζέσι τα'χασε. "Ενταξει" ψέλισε και έφυγε με βήμα ταχύ.
Όλη την ημέρα είχε στο μυαλό της εκείνον: Εκείνος στο μπάνιο να πλένει τις μασχάλες του. Εκείνος στην κουζίνα να τυλίγει γιαπράκια. Εκείνος στην πισίνα τόπλες! Τι είχε πάθει. Ήταν ο Τζάστιν ο γνωστός playboy γιός της Σύρμως και του Παναγιώτη, από τα Λεχαινά. ¨Όλοι τον ήξεραν για τον εγκλιτο βίο του, ποτά γυναίκες, εσπερινοί...
Άρχισε από τις 6 να ετοιμάζεται. Έλουσε τα πλούσια μαλλιά της με ένα αντιπιτυρριδικό σαμπουάν, ξύρισε τα πόδια της που είχαν γίνει σαν του Ανατολάκη από την τριχα, έσπασε τα δυο μπιμπίκια που αλώναν το αλαβάστρινο πρόσωπό της, έβγαλε τα φρύδια της - πρσεχως και τα μάτια της, και έκανε ένα ζεστο..μπιντε. Ψεκάστηκε με το μεθυστικό άρωμα που της έιχε κάνει δώρο ο transexual αδελφός της Ζενίλντα -πρώην Στάθης και φόρεσε ένα απλό φόρεμα GUTSI που ειχε πάρει από το εμπορικό του Τσάμπουρα πριν 3 χρόνια. Ευχαριστούσε το Θεό που είχε αυτό το κομμάτι στην ντουλάπα της και θα την έβγαζε ασπροπρόσωπη αυτό το βράδυ. Δυο μαργαριταρένια σκουλαρίκια και ένα ζευγάρι σανδάλια MANOLO BLAHNIK ολοκλήρωσαν την εικόνα της. Ευτύχως που είχε πάρει από την ξαδέλφη της την Κερασούλα τα σανδάλια της, σαν ενέχυρο για το MP4 που της είχε δανείσει. Λίγο lip gloss στα σαρκώδη χείλη της, λίγο ρουζ στα τονισμένα από το botox ζυγωματικά της, ήταν αρκετα να φωτίσουν το νεανικό της πρόσωπο. Εκείνος ήρθε στις 7 ακριβώς. Το άρωμά του MENOYNOS τη ζάλισε, ενω η εμφάνισή του την άφησε άφωνη.
Φάγανε λιτά και απέρριτα. Ο Κιτσάρας, μετα την επίσκεψη του Μποτρίνι, είχε ανανεώσει το μενού του και η μοσχαροκεφαλή και το ζυγούρι γαργαλούσαν με τις λεπτές τους γεύσεις τους ουρανίσκους και του πιο απαιτητικού συνδαιτημόνα. Ένα μπουκάλι παγωμένη ΜΑΛΑΜΑΤΙΝΑ ήταν αρκετή να χαλαρωσει την ατμόσφαιρα. Μιλησαν ώρες. Είπαν για τη ζωή τους, τις παρέες τους, τα όνειρά τους. Μια βόλτα στην παραλία ήταν αρκετη να ζεστάνει την ατμόσφαιρα. Ουτε και κατάλαβε πως βρεθηκαν να κυλιούνται σαν τα σκυλιά, στην υγρή άμμο με τα φύκια να γαργαλάνε τα πιο μύχια σημεία του θεϊκού της κορμιού. "Μή, ντρέπομαι" είπε εκείνη κοκκινίζοντας όταν εκέινος της ζήτησε να βγάλει και το ρολόι της. "Ο χρόνος είναι εχθρός μας τώρα που σε θέλω σαν κολασμένος" έιπε και τα μάτια του γυαλίσαν από πόθο. Το πάθος του τη γοήτευσε αλλά και την τρόμαξε. Ήξερε ότι ήταν γνωστός πηδίκουλας και δεν ήθελε να μπλέξει. Είχε βγει πρόσφατα και εκείνη από μια πολύ σοβαρη σχέση 2 μηνών με τον Θανάση το Δάγκαρη από το Ξεροχώρι και δεν ήξερε αν ήταν έτοιμη για κάτι τέτοιο. Όμως τα γλυκά του λόγια την παρέσυραν και μετά από τα πονηρά του χάδια, αφέθηκε χωρίς όρους. Της τον εκούφωσε...Ήταν η πρώτη φορά που ένιωσε έτσι. Ούτε ο Θανάσης, ούτε ο Στέφος, όύτε ο Παναής, ούτε ο Σταύρακας, ούτε ο Λιάκος (και άλλοι 14 για να μην μακρηγορούμε) την είχαν κανει να νιώσει έτσι. "Θέλω να σε ξαναδω" της είπε βυθίζοντας το βλέμμα του στα μαυρογάλανα μάτια της. "Δεν θέλω να με περάσεις για έυκολη", είπε εκείνη δειλά, βάζοντας το μασαζοκαλσόν της. Μέχρι το πρωι είχαν κάνει την κακια την πράξη σε κάθε γωνία του χωριού. Τώρα ήταν σίγουρη. Τον ήθελε. Ήθελε να είναι μαζί του. "Τζάστιν" του είπε όταν εκείνος την πήγε στο σπίτι της, "δεν ξέρω τι θέλεις από μια γυναίκα, αλλα εγω δεν είμαι γυναίκα της μιας νύχτας". Το βλέμμα του σκοτείνιασε, μια ρυτίδα χαράκτηκε στο ώριμο μέτωπο και γυρνώντας το βλέμμα του αλλού της είπε "Θα σε πάρω Τζέσι, ο Τζάστιν δεν είναι κανένας ρεμπεσκες". Ο έρωτας της είχε χτυπήσει την πόρτα. Κάθε βράδυ τρώγαν στου ΚΙΤΣΑΡΑ,μετά πη΄γαιναν για πάστα στου ΔΕΛΗΟΛΑΝΗ και μετα πηδιοσαντε σαν τα κυλιά μέχρι το πρωϊ.
"Θες να γενείς δικιά μου;" της είπε ένα βράδυ, μεταξύ τύρου και αχλαδίου. "Ναι, Τζάστιν, ναι, ναι φώναξε εκείνη και όρμηξε επάνω του μεθυσμένη από ευτυχία" Ο Τζάστιν έχασε την ισορροπία που έπεσε προς τα πίσω, νιώθοντας τον κόσμο να χάνεται κάτω από τα μυώδη πόδια του. Αυτό ήταν. Η κακιά η ώρα, το μάτι είχε επιβουλευτεί την ευτυχία τους: Ο Τζάστιν... καρφοκωλιάστηκε σε ένα κηροπήγιο μήκους 40 εκ.. Τέσσερις ώρες κράτησε η επέμβαση στο PYRGOS MEMORIAL. Τϊποτε δεν θα ήταν πια το ίδιο. Ξυπνώντας από τη νάρκωση ο Τζόναθαν ζήτησε να δει το Τάσο το νοσηλευτή, τον άνθρωπο που συνέβαλε στην εξόρυξη του αντικειμένου από το ορθό του. Αυτή η πτώση τον έφερε σε επαφη με την ..πίσω πλευρά του εαυτού του. Δεν ήθελε πια την παλιά του ζωή, είχε παρει τις αποφάσεις του. Όταν ανακοίνωσε στη Τζέσι ότι πλέον,...την καρφώνει την όπισθεν, ένας νευρικός κλονισμός γκρεμισε την ευτυχία της και όλο το οικοδόμημα του υπαρκτού σοσιαλισμού σωριάστηκε μπροστά της, σαν εναν πύργο από τραπουλόχαρτα. Σήμερα ο Τζάστιν ζει ευτυχισμένος με τον Τάσο στου Ψυρρή, δίπλα από το φούρνο της Τασίας. Έχουν ανοίξει κωμμοτήριο και μοιράζουν το χρόνο τους αναμεσα σε δουλειά και σε μικρές αποδράσεις στο εξοχικό τους στα ...Παλούκια Σαλαμίνας. Η Τζέση νοσηλεύεται ακόμα στου Μαρκομιχελάκη. Περιφέρεται στους διαδρόμους φωνάζοντας το όνομα του Τζάστιν, ως άλλη Αστέρω στις βουνοπλαγιές της Γκιώνας. Ποιος το φανταζόνταν ότι ένα ατύχημα με ένα αθώο κηροπήγιο θα κατέληγε με τον Τζαστιν, τον ντελικανή της Ηλείας, πισωγλέντη και τη Τζέση, το τέρας της λογικής, αλαφροϊσκιωτη ζουρλοπαντιέρα!!!!

(Απο τη προσωπική συλλογή διηγημάτων "ΠΕΡΙ ΠΑΘΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ", εκδόσεις ΛΑΓΝΕΙΑ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου